- αναγεννητής
- Συσκευή με την οποία προθερμαίνεται ο αέρας που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί σε μεταλλουργικές μονάδες. Είναι ένας θάλαμος θερμικά μονωμένος και γεμάτος πυρίμαχους πλίνθους, τοποθετημένους έτσι ώστε να μπορούν να κυκλοφορούν τα αέρια. Κατά την πρώτη φάση λειτουργίας του α. (φάση θέρμανσης) τα καυσαέρια κυκλοφορούν από πάνω προς τα κάτω, έρχονται σε επαφή με τους πλίνθους που αποθηκεύουν τη θερμότητά τους και κατά τη δεύτερη φάση (φάση προθέρμανσης του αέρα) ο αέρας που προθερμαίνεται κυκλοφορεί από κάτω προς τα πάνω. Οι α. των υψικαμίνων είναι κυλινδρικά δοχεία με ύψος έως 45 μ. και διάμετρο 10 μ. Χωρίζονται σε δύο χώρους, της καύσης των αερίων και της εναποθήκευσης της θερμότητας όπου τοποθετούνται διάτρητοι πλίνθοι έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μεγάλη επιφάνεια επαφής με το θερμό αέριο ή τον αέρα που πρόκειται να θερμανθεί (η συνολική επιφάνεια θέρμανσης είναι 22.300-26.000 τ.μ.). Με τους α. αυτούς η θερμοκρασία του αέρα μπορεί να φτάσει τους 800-1.000°C.
* * *ο (θηλ. -ήτρια) [αναγεννώ]αυτός που συντελεί στην αναγέννηση, που επιτελεί αναγέννηση, ο αναζωογονητής.
Dictionary of Greek. 2013.